χαρακίρι
Προφορά
Ετυμολογία
χαρακίρι ιαπων. hara kiri (=κοιλιά, κόβω)
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└ουδέτερο┘ το χαρακίρι
✦ τρόπος αυτοκτονίας στην Ιαπωνία με τρύπημα της κοιλιάς με σπαθί
✦ (μτφ. ) πράξη κάποιου που στρέφεται εναντίον του εαυτού του, που ισοδυναμεί με αυτοκτονία
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–