χαιρέκακος
Προφορά
Ετυμολογία
χαιρέκακος μεταγενέστερη ελληνική χαιρέκακος
Ερμηνεία
└επίθετο┘ χαιρέκακος -η, -ο
✦ που χαίρεται για τις δυστυχίες του άλλου
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
χαιρέκακα (Κ χαιρεκάκως):και κακόγλωσσες πολλές είπαν χαιρεκάκως (Γ. Σουρής)