χάσκημα


χάσκημα
Προφορά

Ετυμολογία
χάσκημα χάσκω

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το χάσκημα

✦ το να χάσκει κάποιος, άνοιγμα του στόματος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.