χάλυβας


χάλυβας
Προφορά

Ετυμολογία
χάλυβας αρχαία ελληνική χάλυψ

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο χάλυβας

✦ κράμα σιδήρου και άνθρακα, μέταλλο σκληρό, ανθεκτικό, ευήλατο και ελαστικό, το ατσάλι

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.