φωτοφάνεια


φωτοφάνεια
Προφορά

Ετυμολογία
φωτοφάνεια μεταγενέστερη ελληνική φωτοφάνεια

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η φωτοφάνεια

✦ η εμφάνιση φωτός, η λάμψη
✦ (φυσιολ.) ενδοπτικό φαινόμενο κατά το οποίο, όταν πιέζεται ο αμφιβληστροειδής, βλέπομε φωτεινό ίνδαλμα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.