φωτοτροπισμός


φωτοτροπισμός
Προφορά

Ετυμολογία
φωτοτροπισμός φως + τροπισμός• απόδοση του └αγγλ┘όρου phototropisme

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο φωτοτροπισμός

✦ η ιδιότητα των φυτών να στρέφονται προς φωτεινή πηγή

Συνώνυμα
φωτοταξία
Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.