φυτρώνω
Προφορά
Ετυμολογία
φυτρώνω μεσαιωνική ελληνική φυτρώνω
Ερμηνεία
└ρήμα┘ φυτρώνω
✦ φύομαι, βλασταίνω
✦ (μτφ. ) παρουσιάζομαι, εμφανίζομαι: φύτρωσαν γένια στο πρόσωπό του
✦ φρ. φυτρώνει εκεί που δεν τον σπέρνουν, ασχολείται με ξένες υποθέσεις, με πράγματα που αφορούν άλλους
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–