φυσικομαθηματικός


φυσικομαθηματικός
Προφορά

Ετυμολογία
φυσικομαθηματικός φυσικός + μαθηματικός

Ερμηνεία
επίθετο┘ φυσικομαθηματικός -ή, -ό

✦ ο αναφερόμενος στη φυσική και τα μαθηματικά
✦ αρσ. κ. θηλ. φυσικομαθηματικός ως ουσ., επιστήμονας φυσικός και μαθηματικός μαζί
✦ πληθ. ουδ. τα φυσικομαθηματικά ως ουσ., οι φυσικές και μαθηματικές επιστήμες

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.