φυλετικότητα
Προφορά
Ετυμολογία
φυλετικότητα φυλετικός
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η φυλετικότητα
✦ (βιολ.) το σύνολο των ειδικών ή εξωτερικών χαρακτήρων που παρουσιάζουν τα άτομα και που καθορίζονται από το φύλο τους
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–