φυγάς


φυγάς
Προφορά

Ετυμολογία
φυγάς αρχαία ελληνική φυγάς, από το θ. αορ. του φεύγω

Ερμηνεία
φυγάς

✦ αυτός που ετράπη σε φυγή, που εγκατέλειψε τη θέση του σε καιρό πολέμου ή κινδύνου
✦ που κατέφυγε σε ξένη χώρα, επειδή διώκεται στη δική του: πολιτικοί φυγάδες

Συνώνυμα
λιποτάκτης
Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.