φρυάζω


φρυάζω
Προφορά

Ετυμολογία
φρυάζω μεταγενέστερη ελληνική φρυάσσομαι (= χλιμιντρώ)

Ερμηνεία
ρήμα φρυάζω

✦ (για άλογα) φυσώ δυνατά με τα ρουθούνια, φρουμάζω
✦ (για πρόσ.) κυριεύομαι από παράφορη οργή
(μτφ. ) μαίνομαι, εκδηλώνομαι με σφοδρότητα: κι οι ανεμικές και οι μπόρες χυθήκανε και φρυάξανε (Κ. Παλαμάς)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.