φρονιμίτης


φρονιμίτης
Προφορά

Ετυμολογία
φρονιμίτης φρόνιμος

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο φρονιμίτης

✦ καθένας από τους τέσσερις τραπεζίτες του ανθρώπου, που βγαίνουν συνήθως σε μεγάλη ηλικία

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.