φρεσκοξυρισμένος


φρεσκοξυρισμένος
Προφορά

Ετυμολογία
φρεσκοξυρισμένος φρέσκος + ξυρίζω

Ερμηνεία
επίθετο┘ φρεσκοξυρισμένος -η, -ο

✦ που μόλις ξυρίστηκε

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.