φρενικός


φρενικός
Προφορά

Ετυμολογία
φρενικός φρην, φρενός

Ερμηνεία
επίθετο┘ φρενικός -ή, -ό

✦ ο αναφερόμενος στις φρένες: φρενική νόσος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.