φράγκικος


φράγκικος
Προφορά

Ετυμολογία
φράγκικος μεσαιωνική ελληνική φράγκικος

Ερμηνεία
φράγκικος

✦ -η, -ο κ. φραγκικός, -ή, -ό επίθ. (Κ -ός, -ή, -όν) ο των Φράγκων, ευρωπαϊκός
✦ ο του καθολικού δόγματος: φράγκικη εκκλησία
✦ πληθ. ουδ. τα φράγκικα ως ουσ., ευρωπαϊκή ενδυμασία (σε αντιδιαστολή προς την ελληνική ή ασιατική) ή ευρωπαϊκή γλώσσα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα
φράγκικα

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.