φούσκωση


φούσκωση
Προφορά

Ετυμολογία
φούσκωση φουσκώνω

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η φούσκωση

✦ διόγκωση
✦ δυσφορία από δύσπνοια, στομαχική διαταραχή
✦ λαχάνιασμα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.