φουστανέλα


φουστανέλα
Προφορά

Ετυμολογία
φουστανέλα υποκορ. του φουστάνι

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η φουστανέλα

✦ λευκή, κοντή και φαρδιά φούστα με πολλές πτυχές που φορούν οι τσολιάδες, ελληνικό εθνικό ένδυμα επί τουρκοκρατίας: λάμπουν όπλα χρυσά και λερή φουστανέλα μαυρίζει (Γ. Ζαλοκώστας)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.