φουσκαλιάζω


φουσκαλιάζω
Προφορά

Ετυμολογία
φουσκαλιάζω φουσκάλα

Ερμηνεία
ρήμα φουσκαλιάζω

✦ σχηματίζω φουσκάλες, γεμίζω φλύκταινες: το δέρμα φουσκάλιαζε, γέμιζε από μικρά μικρά σπυράκια (Άγγ. Βλάχος)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.