φουρτουνιασμένος
Προφορά
Ετυμολογία
φουρτουνιασμένος μτχ. παθ. πρκμ. του ρήματος φουρτουνιάζω
Ερμηνεία
φουρτουνιασμένος
✦ -η, -ο μτχ. ως επίθ. τρικυμιώδης: φουρτουνιασμένη θάλασσα
✦ (μτφ. ) πολύπαθος, ταραγμένος: μπήκε στο γραφείο φουρτουνιασμένος
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–