φουρνέλο


φουρνέλο
Προφορά

Ετυμολογία
φουρνέλο └ιταλ┘fornello

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το φουρνέλο

✦ σκαφίδιο από χυτοσίδηρο του οποίου ο πυθμένας σχηματίζει σχάρα όπου καίγονται τα κάρβουνα: κάτω στην αυλή φωτάνε τα φουρνέλα και τα δαδιά (Πετσάλης – Διομήδης)
✦ τρύπα σε βράχο με εκρηκτική ύλη για την ανατίναξή του
✦ (συνεκδ.) εκρηκτική ύλη: οι απότομες εκρήξεις των φουρνέλων (Γ. Μπεράτης)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.