φουριόζος


φουριόζος
Προφορά

Ετυμολογία
φουριόζος └ιταλ┘furioso (= τρελός)

Ερμηνεία
επίθετο┘ φουριόζος -α, -ο

✦ βιαστικός, ανυπόμονος
✦ ευέξαπτος, οργίλος, θυμωμένος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.