φορτσάρω


φορτσάρω
Προφορά

Ετυμολογία
φορτσάρω └ιταλ┘forzare

Ερμηνεία
ρήμα φορτσάρω

✦ αυξάνω την ένταση στο μέγιστο
✦ (αμτβ., ιδ. για ανέμους) εντείνομαι, δυναμώνω: φορτσάρισε ο μαΐστρος, τρέξε κύμα (Κ. Βάρναλης)

Συνώνυμα

Αντίθετα
καλμάρω
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.