φορτοεκφορτωτής


φορτοεκφορτωτής
Προφορά

Ετυμολογία
φορτοεκφορτωτής φόρτος + εκφορτώνω

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο φορτοεκφορτωτής

✦ εργάτης σε φορτοεκφορτώσεις: εργάζεται ως φορτοεκφορτωτής στο λιμάνι του Πειραιά

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.