φλεβίτιδα


φλεβίτιδα
Προφορά

Ετυμολογία
φλεβίτιδα └γαλλ┘ phlébite

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η φλεβίτιδα

(ιατρ.) φλεγμονή του τοιχώματος των φλεβών

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.