φλάρος
Προφορά
Ετυμολογία
φλάρος μεσαιωνική ελληνική φράρος
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└αρσενικό┘ ο φλάρος
✦ καθολικός καλόγερος: πώς εσείς, πρόμαχος προαιώνιος του ευλογημένου από τους φλάρους έρωτα, μου προτείνετε μια χυδαία μοιχεία; (Μ. Καραγάτσης)
✦ (εύχρ. στην υβριστική φρ.): τον κακό του το φλάρο, τον κακό του τον καιρό
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–