φιλοξενώ
Προφορά
Ετυμολογία
φιλοξενώ μεταγενέστερη ελληνική φιλοξενῶ
Ερμηνεία
└ρήμα┘ φιλοξενώ -είς, -εί
✦ περιποιούμαι ξένο στο σπίτι μου ή στον τόπο μου
✦ παρέχω άσυλο, καταφύγιο: φιλοξένησε τους στρατιώτες στην εκκλησία του χωριού
✦ (για τόπο) υποδέχομαι και παρέχω φιλοξενία σε αλλοδαπούς: η Ελλάδα φιλοξένησε την τουρκική αντιπροσωπεία
✦ (για τόπο) αναλαμβάνω και τελώ επίσημη διοργάνωση: η Αθήνα θα φιλοξενήσει τη σύνοδο των πρωθυπουργών – η Ελλάδα θα φιλοξενήσει τους Ολυμπιακούς Αγώνες
✦ (για έντυπο) δημοσιεύω κείμενο μη μόνιμου συνεργάτη: η Ελευθεροτυπία φιλοξένησε άρθρα εκπαιδευτικών σχετικά με τις μεταρρυθμίσεις που εισηγείται το υπουργείο
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–