φιλαργυρία
Προφορά
Ετυμολογία
φιλαργυρία αρχαία ελληνική φιλαργυρία
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η φιλαργυρία
✦ η ιδιότητα του φιλάργυρου, υπερβολική αγάπη για το χρήμα, τσιγκουνιά
Συνώνυμα
φιλοχρηματία
Αντίθετα
γενναιοδωρία, απλοχεριά
Επιρρήματα
–