φιλίστωρ


φιλίστωρ
Προφορά

Ετυμολογία
φιλίστωρ μεσαιωνική ελληνική φιλίστωρ

Ερμηνεία
φιλίστωρ

✦ -ορος (ο, η) επίθ. που αγαπά την ιστορία, τις ιστορικές μελέτες

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.