φιλία
Προφορά
Ετυμολογία
φιλία αρχαία ελληνική φιλία
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η φιλία
✦ αμοιβαία αγάπη ανάμεσα σε δύο ή περισσότερα άτομα, που δεν συνδέονται με δεσμούς αίματος ούτε αισθάνονται ερωτική έλξη
✦ (κατ’ επέκτ.) σχέσεις αμοιβαίας εκτίμησης και αλληλοϋποστηρίξεως ανάμεσα σε λαούς: η φιλία των δύο γειτονικών λαών
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
έχθρα, μίσος
Επιρρήματα
–