φιγουράρω


φιγουράρω
Προφορά

Ετυμολογία
φιγουράρω └ιταλ┘figurare

Ερμηνεία
ρήμα φιγουράρω

✦ κάνω φιγούρα, προκαλώ εντύπωση: τα βράδια… ήτανε στις δόξες της… της έδιναν αφορμή να φιγουράρει. Εύρισκε χίλιους τρόπους να προκαλέσει το ενδιαφέρον
✦ προβάλλομαι: φιγουράρει στα πρωτοσέλιδα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.