φευγάτος


φευγάτος
Προφορά

Ετυμολογία
φευγάτος φεύγω

Ερμηνεία
επίθετο┘ φευγάτος -η, -ο

✦ που έχει ήδη φύγει: κανένα πλάσμα ζωντανό τ’ αγριοπερίστερα φευγάτα (Γ. Σεφέρης)
(μτφ. ) που έχει περάσει, που ανήκει πια στο παρελθόν: φευγάτες οι παλιές καλές ημέρες
✦ (μτφ. για πρόσ.) αυτός που ζει στον κόσμο του, που έχει αποφύγει τις συμβάσεις της καθημερινής συμπεριφοράς και ζωής

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.