φαρμακοδυναμική
Προφορά
Ετυμολογία
φαρμακοδυναμική └θηλ┘ του επιθέτου φαρμακοδυναμικός
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η φαρμακοδυναμική
✦ (ιατρ.) η διερεύνηση, με πειραματικές μεθόδους, της επενέργειας των φαρμάκων σε υγιή ή πάσχοντα οργανισμό
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–