φανταχτερός
Προφορά
Ετυμολογία
φανταχτερός φανταχτός
Ερμηνεία
└επίθετο┘ φανταχτερός -ή, -ό
✦ που φαντάζει, που χτυπά στα μάτια, εντυπωσιακός, χτυπητός: φανταχτερή στολή – φανταχτερά χρώματα – γύφτισσες ήρθανε ντυμένες φανταχτερά γιορτής φουστάνια (Κ. Παλαμάς)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
φανταχτερά