υστερόγραφος
Προφορά
Ετυμολογία
υστερόγραφος ύστερος + γράφω
Ερμηνεία
└επίθετο┘ υστερόγραφος -η, -ο
✦ αυτός που γράφεται ύστερα από το τέλος (μετά την υπογραφή) επιστολής ή κειμένου: υστερόγραφη σημείωση – υστερόγραφα σχόλια
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–