υποχώρηση
Προφορά
Ετυμολογία
υποχώρηση αρχαία ελληνική ὑποχώρησις
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η υποχώρηση
✦ πορεία, κίνηση προς τα πίσω, οπισθοχώρηση: ο τούρκικος στρατός στην υποχώρησή του πήρε μαζί χιλιάδες οικογένειες (Διδώ Σωτηρίου)
✦ ανακοπή της ορμής, μείωση της έντασης φαινομένου: υποχώρηση της ζέστης
✦ παραίτηση από αξιώσεις, συμβιβασμός
✦ καθίζηση
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–