υποφερτός


υποφερτός
Προφορά

Ετυμολογία
υποφερτός υποφέρω

Ερμηνεία
επίθετο┘ υποφερτός -ή, -ό

✦ που μπορεί κανείς να τον υποφέρει, να τον ανεχθεί: πόνος υποφερτός

Συνώνυμα
ανεκτός
Αντίθετα
ανυπόφορος, ανυπόφερτος
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.