υποτροπικός
Προφορά
Ετυμολογία
υποτροπικός αρχαία ελληνική ὑποτροπικός
Ερμηνεία
└επίθετο┘ υποτροπικός -ή, -ό
✦ που υποτροπιάζει, που επανεμφανίζεται σε ορισμένες περιόδους
✦ (υπό + τροπικός) (γεωγρ. για χώρες) που βρίσκεται κοντά στις τροπικές ζώνες
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–