υποταχτικός


υποταχτικός
Προφορά

Ετυμολογία
υποταχτικός μεταγενέστερη ελληνική ὑποτακτικός

Ερμηνεία
υποταχτικός

✦ κ. υποτακτικός, -ή, -ό επίθ. (Κ -κτικός, -ή, -όν) ο υποταγμένος, ο υπό τις διαταγές άλλου
✦ υπάκουος, ευπειθής
✦ αρσ. υποταχτικός ως ουσ., υπηρέτης: του αφέντη που είχε το χωριό τσιφλίκι του και τους χωριάτες υποταχτικούς του (Κ. Παλαμάς)

Συνώνυμα

Αντίθετα
αφέντης, αφεντικό(ς)
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.