υπολογίζω


υπολογίζω
Προφορά

Ετυμολογία
υπολογίζω μεταγενέστερη ελληνική ὑπολογίζομαι

Ερμηνεία
ρήμα υπολογίζω

✦ κάνω υπολογισμούς, λογαριάζω: υπολογίζω τα έξοδα και τα έσοδα
✦ περιλαμβάνω σε λογαριασμό: δεν υπολόγισα στα έξοδα τα χρήματα που πλήρωσα για την ασφάλιση του αυτοκινήτου
✦ λογαριάζω, προσδιορίζω κατά προσέγγιση: υπολόγισαν τους εκδρομείς κοντά στους διακόσιους
✦ λαμβάνω σοβαρά υπόψη, δίνω σημασία σε κάτι: πρέπει να υπολογίσεις τους κινδύνους μιας τέτοιας ενέργειας – υπολογίζω τις συνέπειες
✦ σέβομαι, εκτιμώ κάποιον για την προσωπικότητά του ή για τη δύναμη που έχει: τον υπολογίζουν όλοι στην αγορά
✦ σκοπεύω να κάνω κάτι, προτίθεμαι: υπολογίζω να φύγω μεθαύριο
✦ βασίζομαι σε κάποιον ή κάτι: υπολογίζω στη βοήθειά σου

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.