υπολειτουργώ
Προφορά
Ετυμολογία
υπολειτουργώ αρχαία ελληνική ὑπό + λειτουργῶ
Ερμηνεία
└ρήμα┘ υπολειτουργώ -είς, -εί
✦ λειτουργώ πλημμελώς, δεν εκτελώ κανονικά το έργο για το οποίο προορίζομαι: τον Αύγουστο, όλες οι υπηρεσίες υπολειτουργούν
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–