υποκλίνομαι
Προφορά
Ετυμολογία
υποκλίνομαι αρχαία ελληνική ὑπο-κλίνομαι
Ερμηνεία
└ρήμα┘ υποκλίνομαι
✦ κλίνω το κεφάλι ή τον κορμό προς τα εμπρός για να χαιρετήσω ή σε ένδειξη σεβασμού
✦ (συνεκδ.) υποκύπτω
✦ αναγνωρίζω την αξία προσώπου
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–