υποθάλπω


υποθάλπω
Προφορά

Ετυμολογία
υποθάλπω αρχαία ελληνική ὑπο-θάλπω

Ερμηνεία
ρήμα υποθάλπω

✦ θερμαίνω ελαφρά
(μτφ. ) συντηρώ ή τροφοδοτώ κρυφά: υπέθαλψε τους καταζητούμενους
(μτφ. ) συντελώ στη διατήρηση μιας καταστάσεως, εξάπτω, διεγείρω κρυφά: υποθάλπει ελπίδες – τα μίση – τα πάθη

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.