υποδόριος


υποδόριος
Προφορά

Ετυμολογία
υποδόριος μεταγενέστερη ελληνική └ουσ┘ ὑποδορά

Ερμηνεία
επίθετο┘ υποδόριος -α, -ο

✦ ο κάτω από το δέρμα, υποδερμικός: υποδόριος ιστός – υποδόρια ένεση

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα
υποδόρια (Κ υποδορίως)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.