υποδιαιρώ
Προφορά
Ετυμολογία
υποδιαιρώ μεταγενέστερη ελληνική ὑποδιαιρέω-ῶ
Ερμηνεία
└ρήμα┘ υποδιαιρώ -είς, -εί
✦ διαιρώ τμήμα ή τμήματα συνόλου σε μικρότερα μέρη
✦ (γεν.) διαιρώ
✦ (μέσ.) υποδιαιρούμαι, χωρίζομαι σε μικρότερα μέρη ή απαρτίζομαι από μικρότερα μέρη
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–