υπογεγραμμένη
Προφορά
Ετυμολογία
υπογεγραμμένη └θηλ┘ μτχ. παθ. πρκμ. του υπογράφομαι
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η υπογεγραμμένη
✦ σημείο (σαν μικρό γιώτα) κάτω από μακρό φωνήεν (ᾳ, {ç, {ù), καταργημένο στη σύγχρονη γραφή
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–