υπνοφόρος Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply υπνοφόροςΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/6/υπνοφόρος.mp3Ετυμολογίαυπνοφόρος μεταγενέστερη ελληνική ὑπνοφόρος Ερμηνεία υπνοφόρος ✦ -ος κ. -α, -ο επίθ. (Κ -ος, -ον) που φέρνει ύπνο, που προκαλεί νύστα: ο καθαρός αέρας ο υπνοφόρος (Ν. Καρούζος) Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–