υπερσιτίζω


υπερσιτίζω
Προφορά

Ετυμολογία
υπερσιτίζω μεταγενέστερη ελληνική ὑπερσιτίζω

Ερμηνεία
ρήμα υπερσιτίζω

✦ υποβάλλω κάποιον σε υπερσιτισμό, του δίνω υπερβολική τροφή
✦ (μέσ.) υπερσιτίζομαι, τρώγω περισσότερο από όσο πρέπει

Συνώνυμα

Αντίθετα
υποσιτίζω ,υποσιτίζομαι
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.