υπερπηδώ


υπερπηδώ
Προφορά

Ετυμολογία
υπερπηδώ αρχαία ελληνική ὑπερπηδάω-ῶ

Ερμηνεία
ρήμα υπερπηδώ -άς, -ά

✦ πηδώ πάνω από κάτι, ξεπερνώ με πήδημα
(μτφ. ) υπερνικώ, εξουδετερώνω
(μτφ. ) παραμερίζω, υποσκελίζω

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.