υπερμετρωπία


υπερμετρωπία
Προφορά

Ετυμολογία
υπερμετρωπία └αγγλ┘hypermetropia

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η υπερμετρωπία

(ιατρ.) κατάσταση του ματιού κατά την οποία οι ακτίνες σχηματίζουν εστία πίσω από τον αμφιβληστροειδή, με αποτέλεσμα ο πάσχων να βλέπει καλύτερα τα αντικείμενα που βρίσκονται μακριά παρά αυτά που βρίσκονται κοντά

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.