υλικό


υλικό
Προφορά

Ετυμολογία
υλικό └ουδ┘ του επιθέτου υλικός

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το υλικό

✦ ύλη, ουσία από την οποία κατασκευάζεται ή αποτελείται κάτι
✦ (συνεκδ.) περιεχόμενο συγγράμματος, γεν. εντύπου
✦ έμψυχο υλικό, το σύνολο των ανθρώπων στρατιωτικής, επιχειρηματικής, οικονομικής κτλ. μονάδας

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.